γυμνάσιο

γυμνάσιο
Στην αρχαία Ελλάδα, γ. ονομαζόταν ο τόπος όπου νέοι και ενήλικοι επιδίδονταν γυμνοί σε φυσικές ασκήσεις. Από την Αναγέννηση έως σήμερα σε πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η νεότερη Ελλάδα, ονομάζεται το σχολείο μέσης εκπαίδευσης κυρίως κλασικού τύπου. Το γ. θεωρείται καθαρά ελληνικό δημιούργημα· ήταν αρχικά το μέρος όπου η νεολαία γυμναζόταν για τους πανελλήνιους αγώνες, ενώ με την ανάπτυξη των πόλεων έγινε τόπος συγκέντρωσης και συζήτησης και όχι μόνο αθλητικών ασκήσεων. Τα γ. ήταν δημόσια ιδρύματα ανοιχτά σε όλους, υπό την επίβλεψη ενός γυμνασιάρχου. Εκεί γίνονταν γιορτές και θεατρικές παραστάσεις, συμπόσια και ομιλίες, που αποτελούσαν σπουδαίο παράγοντα της έμμεσης εκπαίδευσης των πολιτών. Πολλές φορές ενταφιάζονταν στα γ. οι διαπρεπείς πολίτες. Έτσι, με τον καιρό τα γ. γίνονταν στον ελληνικό κόσμο όλο και περισσότερα και σημαντικότερα, ενώ παράλληλα συγκέντρωναν συνεχώς μεγαλύτερο αριθμό πολιτών: κατά τα τέλη του 5ου αι. π.Χ., μεταξύ των τακτικών θαμώνων των γ. μπορούσε να δει κανείς αντιπροσώπους όλων των κοινωνικών τάξεων. Παράλληλα διαμορφωνόταν και η αρχιτεκτονική των γ.: από τον αρχικό αμμώδη στίβο της εποχής του Ομήρου πέρασαν στην αρχαϊκή εποχή, όταν ιδρύθηκαν στην Αθήνα το γ. της Ακαδημίας και του Λυκείου που αργότερα έγιναν διάσημα στην ιστορία της φιλοσοφίας, σε μια σχηματική παλαίστρα, έπειτα, στο δεύτερο μισό του 4ου αι., σε ένα σύνθετο οικοδόμημα με σημαντική καλλιτεχνική αξία. Κατά την ελληνιστική εποχή το γ. (π.χ. της Ολυμπίας που ιδρύθηκε τον 3o αι. π.Χ.) περιλάμβανε, εκτός από την παλαίστρα, διάφορα τμήματα: το εφήβειο, που προοριζόταν για τους εφήβους, το λουτρό, το κονιστήριο, όπου οι παλαιστές τρίβονταν με άμμο, το ελαιοθέσιο, όπου αλείφονταν με λάδι, το κωρύκιο με δερμάτινους σάκους για την πυγμαχία κλπ. Στον ρωμαϊκό κόσμο το γ. περιορίστηκε στον υγιεινό γυμναστικό ρόλο του. Στην αρχή είχε ιδιωτικό χαρακτήρα, αλλά με τον Νέρωνα και ύστερα με τον Τραϊανό, τον Αδριανό και άλλους αυτοκράτορες έλαβε δημόσιο χαρακτήρα. Στο ίδιο το οικοδόμημα έγιναν μετατροπές, προς όφελος της παλαίστρας και των λουτρών και αποτέλεσε πρότυπο των ρωμαϊκών θερμών. Το νεότερο γ. στη Δύση μπορεί να συσχετιστεί κατά κάποιον τρόπο με τη μέση εκπαίδευση που παρείχαν κατά τον Μεσαίωνα τα σχολεία των μοναστηριών και ακόμα περισσότερο τα επισκοπικά. Τα τελευταία σταδιακά ανέλαβαν εκτός της παροχής θεολογικής μόρφωσης και τον ρόλο της διδασκαλίας της γραμματικής, ενώ προοδευτικά εξαφανίζονταν τα δημόσια σχολεία γραμματικής και ρητορικής. Με τον καιρό οι αναπτυσσόμενες ελεύθερες κοινότητες προσπάθησαν να αντικαταστήσουν τα εκκλησιαστικά αυτά σχολεία με δικά τους. Αλλά η τιμή της αναγνώρισης της αναγκαιότητας της μέσης εκπαίδευσης ανήκει στην Αναγέννηση και στον ουμανισμό. Από τότε το γ. χαρακτηρίστηκε ουσιαστικά, όχι όμως και αποκλειστικά, σχολείο μελέτης (σε συνδυασμό με τα κείμενα) των κλασικών γλωσσών. Στην Ιταλία, στη Φλωρεντία, στη Βενετία, στη Φεράρα, στη Μάντοβα, στη Βερόνα, στο Μιλάνο, στην Πάντοβα, διάσημοι δάσκαλοι ίδρυσαν ιδιωτικά γ., όπου η διδασκαλία ξεκινούσε από τις στοιχειώδεις γνώσεις και έφτανε έως το πανεπιστημιακό επίπεδο δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στο στάδιο της εκπαίδευσης που αντιστοιχούσε με τα πιο σύγχρονα γ. (ή γ.-λύκεια). Στην περίοδο της Μεταρρύθμισης, το σχολείο ήταν χωρισμένο σε τρεις τάξεις φιλολογικών σπουδών, ενώ στην τρίτη, μαζί με τα λατινικά, διδάσκονταν και τα ελληνικά. Με την Αντιμεταρρύθμιση τα σχολεία των ιησουιτών διατήρησαν τη σπουδή των λατινικών και των ελληνικών, κάνοντας όμως τις γλώσσες αυτές απλό γλωσσικό όργανο και χρησιμοποιώντας τους αρχαίους συγγραφείς μόνο ως κείμενα σχολικών ασκήσεων και σχολίων. Κατά τη Γαλλική επανάσταση η Συμβατική Συνέλευση προσπάθησε να δημιουργήσει νέο τύπο σχολείου μέσης εκπαίδευσης με νεωτεριστικές και εγκυκλοπαιδικές κατευθύνσεις. Ο Ναπολέων όμως ξαναγύρισε στην κλασική εκπαίδευση ως «άξονα και μυαλό του συστήματος» (axe et moelle du système) και με τους οργανικούς νόμους στις 30 Aπριλίου 1802 και αργότερα στις 17 Σεπτεμβρίου 1808 ανέθεσε στις κοινότητες τα σχολεία μέσης εκπαίδευσης (αργότερα κολέγια, collèges)για τη διδασκαλία των λατινικών και των στοιχειωδών επιστημονικών γνώσεων, ενώ έμειναν απευθείας εξαρτημένα από το κράτος τα λύκεια (lycées), σχολεία με πλήρες πρόγραμμα μέσης εκπαίδευσης. Στην Ελλάδα ονομάστηκαν γ., πριν ακόμα από την Επανάσταση, σχολεία της Χίου, της Σμύρνης, της Καππαδοκίας κ.ά. Μετά την απελευθέρωση η ελληνική εκπαίδευση οργανώθηκε με βάση τη βαυαρική με τριτάξιο αρχικά ελληνικό σχολείο και τριτάξιο (έπειτα τετρατάξιο) γ. Το πρώτο γ. ιδρύθηκε στο Ναύπλιο το 1833. Η διαδικασία της βαθμιαίας δημιουργίας σταθερού τύπου σχολείων μέσης εκπαίδευσης, που δεν αποκλείει το δικαίωμα ίδρυσης ιδιωτικών σχολείων, προσέφερε, με τις αρετές και τις αντιφάσεις της, το πρότυπο για τη δημιουργία του σχολείου μέσης εκπαίδευσης κλασικής κατεύθυνσης. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 20ού αι. αντικατέστησε το εξατάξιο γυμνάσιο με τριτάξιο. Στο πλαίσιο του σύγχρονου ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος το γ. εντάσσεται στην κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και η φοίτηση σε αυτό είναι υποχρεωτική και τριετής. Το γ. περιλαμβάνει τις τάξεις Α’, Β’ και Γ’· στην Α’ τάξη εγγράφονται μαθητές που ολοκληρώνουν τη φοίτησή τους στο δημοτικό χωρίς εξετάσεις, ενώ στους αποφοίτους της Γ’ τάξης χορηγείται απολυτήριο. Παράλληλα με τα κοινά γ. στην Ελλάδα λειτουργούν μουσικά, εκκλησιαστικά και αθλητικά γ. Δημιούργημα καθαρά ελληνικό, το γυμνάσιο ήταν αρχικά τόπος αθλητικής άσκησης και έπειτα τόπος συγκέντρωσης και πνευματικών συζητήσεων. Στη φωτογραφία, τα ερείπια του γυμνασίου της Ολυμπίας. Στον ρωμαϊκό κόσμο το γυμνάσιο (γυμναστήριο) επιβίωσε μετά την παρακμή του ελληνικού γυμνασίου και συνδέθηκε στενά με τα ρωμαϊκά λουτρά. Στη φωτογραφία, τα ερείπια του γυμναστηρίου του Ηρακλείου (Herculaneum), κοντά στη Νάπολη της Ιταλίας.
* * *
το (Α γυμνάσιον) [γυμνάζω]
1. το σύνολο τών παιδιών που φοιτούν στο γυμνάσιο
2. πληθ. τα γυμνάσια
σωματικές ασκήσεις
νεοελλ.
1. τριτάξιο σχολείο μέσης εκπαίδευσης (παλαιότερα εξατάξιο ή οκτατάξιο)
2. το κτήριο τού γυμνασίου
3. πληθ. τα γυμνάσια
στρατιωτικές ασκήσεις
αρχ.
1. γυμναστήριο
2. σχολείο
3. φρ. α) «γυμνάσια τά ἱππόκροτα» — η περιοχή στην οποία γυμνάζονται τα άλογα
β) «γυμνάσιον γράφω» — γράφω δοκίμιο ή πραγματεία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • γυμνάσιο — το 1. τριτάξιο σχολείο που παρακολουθούν οι μαθητές μετά το δημοτικό: Δεν κατάφερε να τελειώσει το γυμνάσιο. 2. το κτίσμα όπου στεγάζεται αυτό το σχολείο: Στο χωριό μου δεν υπάρχει γυμνάσιο. 3. στον πληθ., γυμνάσια στρατιωτικές ασκήσεις: Στα… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • λυκείον — Γυμνάσιο (γυμναστήριο) της Αθήνας, κατά την αρχαιότητα. Βρισκόταν στο βορειοανατολικό τμήμα της πόλης, όπου υπήρχε ιερό του Λυκείου Απόλλωνα. Η θέση του δεν είναι επακριβώς γνωστή, αν και θα πρέπει να βρισκόταν στα Ν της σημερινής πλατείας… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Εκπαίδευση — Η ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Είναι οι λόγιοι της προεπαναστατικής περιόδου (β΄ μισό 18ου αιώνα μέχρι την κήρυξη της επανάστασης) οι οποίοι, προσβλέποντας στην πνευματική αναγέννηση του Γένους, που θα έφερνε και την… …   Dictionary of Greek

  • Grava school complex — The Grava school complex ( el. σχολικό συγκρότημα Γκράβας) in Athens, is one of the largest school complexes in Greece, where 24 different schools are located, from kindergartens to high schools. Location It is located in the northern section of… …   Wikipedia

  • Σαντορίνη — Νησί των Κυκλάδων, το νοτιότερο, μαζί με την Ανάφη, του νησιωτικού συμπλέγματος. Λέγεται και θήρα. Έχει έκταση 76 τ. χλμ. και πληθυσμό 8771 κατ. θήρα είναι το αρχαίο όνομα του νησιού· το όνομα Σαντορίνη παρουσιάζεται το 14o αι. Συχνά με τον όρο… …   Dictionary of Greek

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

  • Ακαδημία ή Ακαδήμεια — Προάστιο της αρχαίας Αθήνας, στον έξω Κεραμεικό, κοντά στην όχθη του Κηφισού στα νότια του Ιππίου Κολωνού (βλ. λ. Κολωνός). Το όνομά του το πήρε από τον πρώτο του οικιστή, τον ήρωα Ακάδημο (ή Εκάδημο). Η Α. ήταν ιερό άλσος, που το τείχισε τον 6ο… …   Dictionary of Greek

  • Μέγαρα — Πόλη (23.032 κάτ.) του νομού Αττικής. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου της νομαρχίας Δυτικής Αττικής. Ο δήμος αποτελεί το δεύτερο μεγάλο πτηνοτροφικό κέντρο της Ελλάδας, μετά την Εύβοια. Το αρχαίο κράτος των Μεγάρων. Η αρχαία πόλη των Μ. όπως… …   Dictionary of Greek

  • Πετρίδης, Μιχαήλ — (Καστελόριζο 1886 – Αθήνα 1973). Ποιητής και εκπαιδευτικός. Τελείωσε το γυμνάσιο στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης. Γύρισε στο νησί του, όπου υπηρέτησε έξι χρόνια ως δάσκαλος. Το 1910 γράφτηκε στη φιλολογική σχολή του πανεπιστήμιου της Αθήνας,… …   Dictionary of Greek

  • Secondary education — is the stage of education following primary education. Secondary education includes the final stage of compulsory education and in many countries it is entirely compulsory. The next stage of education is usually college or university. Secondary… …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”